ухудшить - ορισμός. Τι είναι το ухудшить
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι ухудшить - ορισμός


УХУДШИТЬ      
сделать плохим (в 1 знач.) хуже.
У. спортивный результат. У положение (отяготить).
ухудшить      
сов. перех.
см. ухудшать.
ухудшить      
УХ'УДШИТЬ, ухудшу, ухудшишь, ·совер.ухудшать
), что. Сделать худшим, более плохим. "Столыпинщина еще более ухудшила положение малоземельных крестьян и деревенской бедноты." История ·ВКП(б). Сырая погода ухудшила состояние больного.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για ухудшить
1. Портфельные инвестиции действительно могут ухудшить валютный баланс.
2. Наоборот, возможные осложнения могут только ухудшить ситуацию.
3. Наконец, кризис может ухудшить состояние мировой экономики.
4. Впрочем, это не смогло серьезно ухудшить наши отношения.
5. Кто сказал, что наступление астрономической осени должно ухудшить погоду?
Τι είναι УХУДШИТЬ - ορισμός